cosmic rivers

Saturday, December 10, 2005

Διηγημα: A high entropy man

Επειδη εδω μπορω πιο ανετα να κανω διορθωσεις-προσθεσεις στο διηγημα που γραφω αυτη την εποχη,το ποσταρω εδω(Ενας ανθρωπος υψηλης εντροπιας).Καθως θα γραφω αυτο θα μεγαλωνει ωσπου να φτασει στο τελος του.Οποιος θελει το αντιγραφει και το διαβαζει σπιτι του με την ησυχια του... Σε πρωτη φαση ποσταρω τα μερη Α,Β,Γ οπως τα παρουσιασα στο sff.Στο τελος τους αλλαζω Κεφαλαιο για να μην μπερδευεστε.



A high entropy man

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η δίωρη άδεια του μηχανικού του τομέα Φίλτρων και Ρυπών Χάρη Αργυρίου είχε κάνει φτερά. Και σαν να μην έφτανε αυτό έπρεπε να μείνει στο εργοστάσιο έξι ώρες παραπάνω για να αποκατασταθούν οι ζημιές. Οι οδηγίες της διεύθυνσης ήταν σαφείς. Όλο το προσωπικό θα έπρεπε να δουλέψει διπλή βάρδια για να σώσουν ότι μπορούσαν από την περιοχή που έγινε η έκρηξη.

«Σκατά», είπε ο Χάρης καθώς απομακρυνόταν με το αυτοκίνητο του από το εργοστάσιο.

Επιτέλους είχε ενεργοποιήσει το τσιπ τηλεφώνου που ήταν ενσωματωμένο στο δεξί του αφτί για να επικοινωνήσει με την παρέα του. Μέσα στο εργοστάσιο συνήθως μπορούσε να τηλεφωνήσει αλλά σήμερα με όλα αυτά που είχαν συμβεί δεν είχε αυτή την πολυτέλεια. Είχε αρκετά νέα μηνύματα στη μνήμη.

«Άντε ρε που είσαι; Περιμένουμε… »

«Θα ’ρθεις μαζί μας ή με το αυτοκίνητο σου; Ενημέρωσε μας γρήγορα… »

«Λοιπόν, Χάρη, εμείς την κάνουμε για Μύκονο. Εσύ έλα μόνος σου»

Αυτό ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει τώρα. Όχι μόνο άργησε να φύγει από το εργοστάσιο αλλά έμπλεξε και στην κίνηση. Όλος ο κόσμος έφευγε από το Βόλο για να πάει διακοπές σε κάποιο από τα νησιά ή έστω στο Πήλιο. Το τετράμηνο των γαλάζιων είχε λήξει και ήταν η σειρά των πρασίνων να δουλέψουν. Η συμφωνία αυτή είχε λύσει αρκετά πολιτικά προβλήματα στην πολιτεία της Ελλάδας ενώ περιόρισε σημαντικά την ανεργία. Όσο για τις τετράμηνες διακοπές που προέκυπταν από αυτό το σύστημα, ήταν ένα θειο δώρο για τον τουρισμό.

Κάποια πήγε να τον προσπεράσει την ώρα που έστριβε να πάρει ένα λιγότερο μποτιλιαρισμένο δρόμο.

«Άντε χέσου ρε ηλίθια! Τράβα να ρίξεις σε κανένα πιάτο», είπε και συνέχισε τρέχοντας για το σπίτι του.

Ο ηλεκτρομαγνητικός ανελκυστήρας δε λειτουργούσε. Δεν είχε καιρό που είχε εγκατασταθεί κι όμως αρνιόταν να ξεκινήσει. Τεχνολογία σου λέει μετά, σκέφτηκε ο Χάρης και ανέβηκε γρήγορα από τις σκάλες. Το διαμέρισμα του ήταν σε μαύρο χάλι. Πιάτα άπλυτα, ρούχα πεταμένα στα έπιπλα, στοίβες από βιβλία εδώ κι εκεί ακόμα και τα σκεπάσματα του ήταν πεταμένα στην καρέκλα. Πάντα τα άφηνε όλα για την τελευταία στιγμή αλλά τώρα είχαν μαζευτεί τόσες δουλειές ενώ αυτός βιαζόταν να φύγει για να προλάβει τους φίλους του.

Κάπου εδώ πρέπει να είναι, έλεγε και ξανά ‘λεγε στον εαυτό του καθώς έψαχνε τα ρούχα που ήθελε να πάρει μαζί του στο νησί. Τα μισά του παντελόνια είχαν λειώσει στη ραφή ανάμεσα στα πόδια ενώ οι μακρυμάνικες μπλούζες είχαν λειωμένα μανίκια. Ρούχα ακριβά είχαν γίνει παλιόρουχα σε λίγες μόνο βδομάδες. Θα έπρεπε να πάρει τα λιγοστά που ήταν ακόμη σε καλή κατάσταση. Τουλάχιστον οι κοντομάνικες μπλούζες ήταν σε καλή κατάσταση.

Καθώς έριχνε ακτίνες με το ειδικό πιστόλι πιάτων έκλεισε τα μάτια του και είδε την ώρα στο ρολόι που υπήρχε στο δεξί του φακό επαφής. Ρύθμισε τη δόση ακτινοβολίας στο μέγιστο και καθάρισε στα γρήγορα τα υπόλοιπα πιάτα σπάζοντας ένα. Έπρεπε να φύγει αμέσως αλλιώς θα πετύχαινε τη γέφυρα Αρτεμισίου κλειστή.
Η κίνηση στο δρόμο δεν είχε μειωθεί και μάλιστα αυτή τη φορά ήταν από τη λωρίδα με τη μεγαλύτερη κίνηση. Θα έπρεπε ήδη να είχε διασχίσει τον Παγασητικό αλλά ήταν ακόμη στην αρχή της γεφύρας. Μπορούσε να δει από μακριά τους καπνούς που έβγαιναν από τον κατεστραμμένο πύργο του εργοστασίου όπου δούλευε, ανατολικά της πόλης.

Το όλο πρόβλημα είχε ξεκινήσει από τον τομέα του, όταν έκανε έναν έλεγχο ρουτίνας στα φίλτρα του εργοστασίου. Αμέσως προσπάθησαν να το λύσουν αλλά τα χρονικά περιθώρια σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν πολύ στενά έτσι αναγκάστηκαν να κλείσουν τη μονάδα. Παραδόξως αυτό δεν έλυσε το πρόβλημα. Το σύστημα έκτακτης ανάγκης δυσλειτούργησε και ολοένα και περισσότερα μηχανήματα και προγράμματα κατέρρεαν.

Οι εκρήξεις δεν άργησαν να αρχίσουν εφόσον δε λειτουργούσαν τα κυκλώματα ασφαλείας. Η ζημιά θα είχε επεκταθεί σε ολόκληρο το εργοστάσιο αν η πυροσβεστική υπηρεσία δεν αντιδρούσε έγκαιρα. Μαζί με την πυροσβεστική είχαν καταφτάσει και μια ομάδα ΑΕΕμάδων για να ερευνήσουν το ενδεχόμενο δολιοφθοράς. Ότι και να συνεβαίνε οι τύποι της Ασφάλειας Ευρωπαϊκής Ένωσης το θεωρούσαν πιθανό τρομοκρατικό χτύπημα.

Ευτυχώς που με άφησαν χωρίς να μου κάνουν πολλές ερωτήσεις, γιατί άμα μπλέξεις με αυτούς δύσκολα ξεμπλέκεις. Είχε ένα φίλο σ’ αυτή την υπηρεσία και του είχε αφηγηθεί τρελές ιστορίες στις οποίες δεν θα ήθελε να είναι ο κεντρικός ήρωας.

Ο διευθυντής μπορεί να τον καλούσε αργότερα αλλά εφόσον θα ήταν μακριά θα μπορούσε να καθυστερήσει αυτή τη συνάντηση. Στο κάτω-κάτω το σφάλμα δεν ήταν δικό του. Είχε απλά την ατυχία να είναι ο υπεύθυνος στον τομέα όπου έγιναν όλα τα ανεξήγητα ατυχήματα.

Η γέφυρα Αρτεμισίου είχε μόλις κλείσει όταν έφτασε. Κάποιο ελάττωμα στην κατασκευή της την έκανε να κινείται πέρα δώθε όταν η αύρα του απομεσήμερου σήκωνε λίγο κύμα παραπάνω. Παρότι η απόσταση μεταξύ των ακτών της Μαγνησίας και της Εύβοιας δεν ήταν μεγάλη, είχαν χρησιμοποιηθεί οι πλωτοί πύργοι στήριξης αντί της παλιάς κλασικής μεθόδου. Κάποιοι λέγανε πως η αιτία ήταν τα ναυάγια που βρέθηκαν στο βυθό από τις τριήρεις που βούλιαξαν εκεί στη ναυμαχία που έγινε τον πέμπτο αιώνα προ Χριστού. Πιθανότατα ο πραγματικός λόγος ήταν η κατά πολύ χαμηλότερη τιμή και η ευκολία της κατασκευής με το σύγχρονο αυτό τρόπο. Όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου είχαν συνδεθεί με αυτές τις πλωτές γέφυρες και η Εύβοια δε θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση.

Ο Χάρης πάρκαρε το αυτοκίνητο του έξω από ένα μαγαζί στο χωριό πριν τη γέφυρα. Πλήθος κόσμου είχε κάνει το ίδιο στα μαγαζιά που ξεφύτρωσαν σαν μανιτάρια από τότε που έγινε η γέφυρα. Πολλοί κάθονταν για να γευματίσουν πριν ξανανοίξει η γέφυρα. Συνήθως αυτό γινόταν αργά το απόγευμα οπότε κάπως έπρεπε να περάσουν οι οδηγοί και οι συνεπιβάτες τους την ώρα τους.

Το μαγαζί ήταν σχεδόν γεμάτο κι έτσι αναγκάστηκε να καθίσει σε ένα από τα άβολα σκαμπό του μπαρ για να πιει τον καφέ του. Απέφευγε να πίνει πολλούς καφέδες λόγω ενός προβλήματος στο στομάχι του αλλά κάπως έπρεπε να ξεπεράσει την υπνηλία και την κούραση που ένιωθε όλη την ημέρα. Έτσι, την περισσότερη ώρα απλά ανακάτευε αργά τη ζάχαρη με το καλαμάκι του αγναντεύοντας νωχελικά το γυμνό τοπίο.

Σε αντίθεση με τις πλαγιές γύρω από το Βόλο, εδώ το βουνό ήταν μάλλον άγονο και ξερό. Λίγοι σκουροπράσινοι θάμνοι έσπαζαν τη μονοτονία του ωχρού βράχου και έδιναν στη θάλασσα που έσκαζε πιο κάτω μια λαδιά απόχρωση. Στο βάθος φαινόταν οι ανεμογεννήτριες του αιολικού πάρκου αλλά και τα φωτοβολταϊκά στοιχεία στο διπλανό λόφο. Τα σχέδια για όλα αυτά είχαν γίνει δεκαετίες πριν αλλά τώρα πια με την έλλειψη πετρελαίου και την ελάττωση των στερεών καυσίμων είχαν γίνει αναγκαία για την παροχή ενέργειας στην περιοχή.

Την ώρα που πλήρωνε είδε τη σερβιτόρα να παραπατά και να της φεύγει ο δίσκος με τα ποτήρια. Κάτω από κανονικές συνθήκες κάτι τέτοιο δεν ήταν δυνατό. Τα ποτήρια ήταν κολλημένα στο δίσκο μέσω ενός πεδίου το οποίο απενεργοποιούσε αυτός που το κρατούσε όταν ακουμπούσε το δίσκο στο τραπέζι. Αυτή τη φορά όμως τα ποτήρια έφυγαν από τη θέση τους και έπεσαν πάνω στους πελάτες λερώνοντας κάποιους από αυτούς.

Σύντομα με αφορμή αυτό το σπάνιο αλλά ασήμαντο περιστατικό ξέσπασε καβγάς ανάμεσα στους πελάτες και τους εργαζομένους της καφετέριας. Τραπέζια αναποδογύρισαν, καρέκλες εκσφενδονιστήκαν, άνδρες ήρθαν στα χέρια και γυναίκες άρχισαν να μαλλιοτραβιούνται.

Ο Χάρης απομακρύνθηκε διακριτικά προς το αυτοκίνητο του. Αρκετές φασαρίες είχε σήμερα. Εξάλλου η γέφυρα είχε ήδη δοθεί στην κυκλοφορία έστω και με το πορτοκαλί προειδοποιητικό σήμα.

Ο αέρας και ο κυματισμός ήταν λίγο κάτω από τα επιτρεπτά όρια. Αυτό σήμαινε πως οι οδηγοί θα έπρεπε να πηγαίνουν αργά και προσεκτικά. Ποτέ ως τότε δεν είχε αναφερθεί κάποιο σοβαρό ατύχημα σε πλωτή γέφυρα βέβαια αλλά αυτή τη φορά ένα άσχημο προαίσθημα τον κυρίευσε.

Οι ταλαντώσεις αυξάνονταν γρήγορα ενώ τα κύματα μεγάλωναν απειλητικά. Κάτι τον ώθησε να παρανομήσει και να προσπεράσει τη βαριά φορτωμένη νταλίκα που προπορεύονταν. Δεν είχε καλά-καλά μπει μπροστά της όταν με ένα δυνατό τράνταγμα της γέφυρας η νταλίκα δίπλωσε και αναποδογύρισε εκσφενδονίζοντας το φορτίο της στα πίσω αυτοκίνητα. Οχήματα έγιναν συντρίμμια και άνθρωποι διαμελίστηκαν. Ένα στρατιωτικό φορτηγό έπεσε πάνω στον πύργο στη μέση της γέφυρας. Τα όπλα που μετέφερε προκάλεσαν μια εκκωφαντική έκρηξη που συγκλόνισε τον πύργο. Λίγες στιγμές μετά παραδόθηκε στη μανία του ανέμου και της θάλασσας και κατέρρευσε. Ολόκληρη η γέφυρα άρχισε να γκρεμίζεται . Το κομμάτι όπου είχε γίνει η έκρηξη ήδη βούλιαζε στα άγρια βαθιά νερά του διαύλου.

Είχε τρομοκρατηθεί. Το όχημα του ήταν σταματημένο και δεν έλεγε να ξεκινήσει.

«Γαμημένο, πάρε μπρος μη σε γαμ…», έβρισε. Το αυτοκίνητο του δεν έδειχνε να δίνει σημασία στις βρισιές του. Ίσως είχε χτυπηθεί από κάποιο θραύσμα, ίσως απλά να έσβησε και δεν έπαιρνε μπρος.

Χωρίς να το σκεφτεί, ο Χάρης βγήκε και μπήκε στο διπλανό αυτοκίνητο. Οι δυο κοπέλες που ήταν μέσα τον κοίταξαν ξαφνιασμένες. Κάτι του είπαν με θυμό αλλά αυτός χωρίς να δώσει σημασία τις έδειξε τον δεύτερο πύργο που άρχιζε να υποχωρεί.

«Θα πέσουμε όλοι στη θάλασσα! Άντε ξεκίνα!», ούρλιαξε στην οδηγό.

«Μεγντ!» την άκουσε να λέει καθώς συνειδητοποιούσε τι συνεβαίνε. Το αυτοκίνητο επιτάχυνε γρήγορα και προσπερνώντας τα υπόλοιπα οχήματα που προσπαθούσαν απεγνωσμένα να φτάσουν στην ξηρά, απομακρύνθηκε από τη γέφυρα.

Για καλή του τύχη ήταν ένα καινούργιο γρήγορο αμάξι, από αυτά που νοίκιαζαν οι εταιρίες στους τουρίστες. Οι δυο κοπέλες ήταν Γαλλίδες και είχαν έρθει για διακοπές στα νησιά του Αιγαίου. Μη γνωρίζοντας καλά Γαλλικά δεν είχε καταλάβει τι του έλεγαν στην αρχή αλλά σύντομα διαπίστωσε ότι μια από αυτές μιλούσε άπταιστα ελληνικά. Της ζήτησε να τον πάνε μέχρι τη Μύκονο, αφού αυτές θα περνούσαν από εκεί στο δρόμο τους για τη Σαντορίνη. Μαζί του είχε μόνο ένα μικρό σακίδιο αλλά ευτυχώς είχε αρκετά λεφτά στον προσωπικό του λογαριασμό και προσφέρθηκε να τις ξεπληρώσει για τη χάρη μόλις έβρισκε ένα μέρος με μηχάνημα όπου θα χρησιμοποιούσε το ενσωματωμένο πορτοφόλι του. Η μεγάλη αδερφή, η Μαριόν ένευσε καταφατικά αλλά η μικρή Σοφί αντέδρασε και δήλωσε πόσο χαιρόταν που βρέθηκαν μαζί.

«Ευτυχώς που βρέθηκες και εσύ. Η αδερφή μου είναι καλή οδηγός αλλά δεν μιλάει πολύ και έχω βαρεθεί τόσες ώρες στο αυτοκίνητο», του είπε κοιτάζοντας τον με τα μεγάλα γαλανά μάτια της.

«Μιλάς εσύ για τύχη;», ρώτησε γελώντας. «Εγώ που χάρη σε σας γλίτωσα εκεί στη γέφυρα; Άσε που αν δεν ήσασταν εσείς δε θα έφτανα τόσο άνετα στη Μύκονο. Σας χρωστώ τουλάχιστον ένα καλό δείπνο και ένα ποτό. Τι λέτε; »

«Ναι, θα το ήθελα πολύ» είπε η Σοφί.

Η Μαριόν που καταλάβαινε ελληνικά αρκετά καλά αντέδρασε κάπως αλλά η Σοφί την έπεισε τελικά. Βέβαια ο Χάρης δεν έδωσε σημασία στη συζήτηση τους αλλά συνέχισε την κουβέντα με τη νεαρή γαλλιδούλα ως το βράδυ. Όταν είχαν φτάσει στο νότιο άκρο της Εύβοιας το αγγελικό πρόσωπο της είχε γείρει στον ώμο του. Οι ξανθές της τούφες του χάιδευαν το γυμνό του χέρι ενώ αυτός είχε αποσβολωθεί από την ομορφιά της κοπέλας που είχε στο πλάι του. Ήθελε να τη φιλήσει και να την κάνει δικιά του εκεί μέσα στο ίδιο τους το αυτοκίνητο αλλά το άγρυπνο βλέμμα της μεγαλόσωμης αδερφής της στον καθρέπτη τον απέτρεπε.

Για κάποιο λόγο η Μαριόν δεν τον είχε πάρει με καλό μάτι. Ίσως να μην της άρεσε ο τρόπος που μπήκε στο αυτοκίνητο η το γεγονός ότι φλέρταρε με τη μικρή της αδερφή. Μπορεί και να ζηλεύει, εξάλλου η αδερφή της είναι πολύ πιο όμορφη από αυτή, σκέφτηκε. Η Μαριόν μολονότι ήταν ψηλή και με εντυπωσιακές καμπύλες δεν είχε τα βαθυγάλανα μάτια της αδερφής της ούτε και τις μακριές ξανθές μπούκλες της. Τα μάτια της ήταν καστανά όπως και τα μαλλιά της που ήταν ίσια και κομμένα κοντά.

Η ώρα ήταν περασμένη όταν έφτασαν τελικά στη Μύκονο. Μετά από μια μικρή έρευνα βρήκαν την παρέα του Χάρη σε κάποιο παραλιακό μπαρ. Οι φίλοι του δεν έδειξαν τόσο ενθουσιασμένοι με την άφιξη του όσο με την άφιξη της Σοφί και της Μαριόν. Για να μην τους αφήσει περιθώρια κίνησης ο Χάρης γινόταν ολοένα και πιο διαχυτικός με τη Σοφί. Αλλά κι αυτή δεν έδειχνε να ενοχλείται. Αντιθέτως, καθώς προχωρούσε η βραδιά τα χάδια και τα φιλιά γινόταν πιο έντονα. Ένας τρόπος υπήρχε για να ξεπεράσει ο Χάρης την έμφυτη διστακτικότητα του κι αυτός ήταν το ποτό. Το συγκεκριμένο βράδυ είχε καταναλώσει μεγάλες ποσότητες βότκας και πλέον έπρεπε να υποκύψει στην πίεση της κύστης του. Αφού άφησε απρόθυμα τη Σοφί, κατευθύνθηκε μέσα από το πλήθος και τον καπνό στην τουαλέτα. Μόλις τελείωσε, στάθηκε για λίγο να πλυθεί στο νιπτήρα και κοιτάχτηκε στον καθρέπτη. Τα μάτια του είχαν κοκκινίσει κι από κάτω υπήρχαν αμυδροί μαύροι κύκλοι, σημάδια της ταλαιπωρίας που είχε τραβήξει όλη εκείνη τη μέρα. Όμως ακόμη κι έτσι, ήταν ικανοποιημένος από αυτό που έβλεπε. Ψηλός, καλογυμνασμένος, με μαύρα μαλλιά και έντονα πράσινα μάτια ήταν το ομορφόπαιδο της παρέας. Μέχρι πρόσφατα ήταν ικανοποιημένος στην ερωτική του ζωή με την Φαίδρα αλλά αυτή ήταν πια παρελθόν. Τώρα θα είναι με το Λάκη, σκέφτηκε. Ακούς εκεί να μου φάει τη γκόμενα ένας Λάκης! Αλλά δε πάει να χεστεί κι αυτή… Απόψε μπορεί να φάω γαλλικό φιλέτο, σαφώς καλύτερο από τα ελληνικά παϊδάκια.

Ο ήχος της πόρτας που άνοιξε σε συνδυασμό με τη φασαρία από το μπαρ τον επανέφεραν στην πραγματικότητα. Η Σοφί τον πλησίασε με ένα πονηρό χαμόγελο. Του χάιδεψε τα μαλλιά και τον φίλησε με πάθος ενώ συγχρόνως το χέρι της γλιστρούσε κάτω από το παντελόνι του. Την άρπαξε και την οδήγησε πάνω στη λεκάνη. Της έβγαλε την μπλούζα και άρχισε να γλύφει τα στητά της στήθη την ώρα που αυτή του είχε ήδη βγάλει το παντελόνι και λικνιζόταν πάνω του…

Ξύπνησε από το θόρυβο που έκανε το διπλανό καζανάκι. Προφανώς κι οι δυο τους είχαν αποκοιμηθεί στην τουαλέτα. Το κεφάλι του κουδούνιζε, καθώς ο οργανισμός του ζητούσε κι άλλο ύπνο.

«Σοφί, πρέπει να φύγουμε. Η παρέα θα μας ψάχνει», είπε και παραμέρισε την χρυσή τούφα που έκρυβε το πρόσωπο της.

Αντί για το όμορφο, «νεραϊδίσιο» όπως του άρεσε να λέει πρόσωπο της, αντίκρισε ένα αποτρόπαιο θέαμα. Το σώμα που ήταν αγκαλιασμένο πάνω του ήταν ένα πτώμα, σαπισμένο σαν να ήταν νεκρό χρόνια τώρα. Αλλά αυτό ήταν αδύνατο. Η Σοφί ήταν ζωντανή μέχρι πριν λίγο και αυτό το σώμα ανήκε σίγουρα σε αυτή. Τα κοσμήματα της έλαμπαν ακόμη πάνω της αλλά και τα παπούτσια ήταν τα δικά της.

Δε μπορεί να μου συμβαίνει αυτό! Τι μου συμβαίνει σήμερα; Αναρωτήθηκε και αφού ντύθηκε βγήκε βιαστικά από την τουαλέτα. Το μαγαζί είχε λίγο κόσμο πλέον αφού ήταν πια ξημερώματα.

«Που ήσουν ρε; Σε ψάχναμε τόση ώρα. Η Σοφί δεν είναι μαζί σου;», τον ρώτησε ο παλιός του συμμαθητής, ο Πέτρος.


«Παράτα τη…», είπε και η εικόνα του σάπιου κορμιού της πεσμένο δίπλα στη λεκάνη με τα ρούχα και τα εσώρουχα της πεταμένα τριγύρω ήρθε στο μυαλό του. Ήθελε να ξεμπερδέψει το συντομότερο από αυτή την παράλογη ιστορία. «Ο Φώτης που είναι; Πήγε ήδη στο ξενοδοχείο;»

«Μπα, δε νομίζω… Πήγε στην αμμουδιά με τη Μαριόν και ακόμη δε γύρισαν. Μόνο εσύ θα καλοπερνάς με τις τουρίστριες; Ίσως βέβαια να ψάχνουν απλά τη Σοφί»

Τώρα μάλιστα…Αυτό μας έλειπε…Η Μαριόν μπλέχτηκε με τον Φώτη! Άμα βρουν τη Σοφί την έβαψα. Πρέπει να την κάνω το συντομότερο. Οι σκέψεις αυτές έκαναν τον Χάρη να πανικοβληθεί. Αν και ήταν συνήθως αδιάφορος για όλα όσα γινόταν γύρω του τώρα ήταν αυτός που είχε μπλεχτεί . Τι ήθελα και άφησα τα πράγματα μου στο ξενοδοχείο; Θα μπορούσα να φύγω τώρα αμέσως! Κατηγόρησε τον εαυτό του.

«Πάμε στο ξενοδοχείο τώρα και τον παίρνεις ένα τηλέφωνο αργότερα», είπε και πιάνοντας τον Πέτρο από τον ώμο, τον έσυρε ουσιαστικά έξω από το μαγαζί. Ο χρόνος τον πίεζε απελπιστικά.

Στην είσοδο του ξενοδοχείου στεκόταν μια κοντούλα μελαχρινή κοπέλα με σχιστά μάτια. Στα χέρια της κρατούσε κάτι μου έμοιαζε με κάμερα. Κοίταξε έντονα τον Χάρη και κατευθύνθηκε προς το μέρος του.

«Συγγνώμη για την ενόχληση» του είπε μόλις έφτασε δίπλα του, «θα μπορούσατε να με βγάλετε μια φωτογραφία με φόντο την αμμουδιά;»

«Ναι, βέβαια» αποκρίθηκε αυτός και πήρε στα χέρια του το μηχάνημα. Μόλις όμως το έφερε στο μάτι του αντί να δει την κοπέλα να ποζάρει χαμογελαστή μπροστά του, την είδε ντυμένη διαφορετικά να του μιλάει.

«Χάρη, έλα μαζί μου στην αμμουδιά αμέσως. Έχεις μπλέξει και κινδυνεύεις αν μπεις στο ξενοδοχείο. Μόνο φέρσου φυσιολογικά κι όλα θα πάνε καλά», έλεγε το μήνυμα.

Πως μπορεί μια Γιαπωνέζα τουρίστρια να ξέρει αν έχω μπλέξει; Και τι θα μπορούσε να μου συμβεί στο ξενοδοχείο; Έχω γλιτώσει από τρελές καταστάσεις σήμερα. Τα πράγματα μου θέλω να πάρω και να φύγω με το πρώτο λεωφορείο. Όπως θα φεύγω, θα περάσω να της ζητήσω εξηγήσεις. Ο Χάρης ήταν ανήσυχος που το πρόβλημα του είχε γίνει γνωστό σε μια άσχετη, πόσο μάλλον όταν το «πρόβλημα» περιλάμβανε το θάνατο μιας κοπέλας με την οποία είχε μόλις κάνει σεξ. Βεβαία, δε θα μπορούσε να φταίει αυτός. Όσο για αυτό ήταν σίγουρος.

«Ορίστε», της είπε δυνατά και πλησιάζοντας για να της δώσει το μηχάνημα, της ψιθύρισε «θα κατέβω αμέσως, αν θες κάτι περίμενε με εδώ».

Εκείνη σφίγγοντας του ζωηρά το χέρι, τον προειδοποίησε με έντονο ύφος.
«Έλα τώρα! Στην έχουν στημένη πάνω, δε το καταλαβαίνεις;»

Το χέρι του πόνεσε και απομακρύνθηκε ενοχλημένος. Δυνατό χέρι η Γιαπωνέζα αλλά κάποιο ναρκωτικό πρέπει να έχει πάρει, αναλογίστηκε και ξεκίνησε για το δωμάτιο του.

Ο Πέτρος τον περίμενε στο ασανσέρ. Με τα όσα είχαν γίνει την προηγούμενη μέρα προτίμησε να ανέβει από τις σκάλες. Ήλπιζε ότι λίγη γυμναστική θα του έκανε καλό. Καθώς ανέβαινε τα σκαλιά έστυβε το μυαλό του να βρει μια καλή δικαιολογία για να την κοπανήσει χωρίς να κινήσει υποψίες. Ο Πέτρος ήταν βέβαια παιδικός του φίλος άλλα ο Αλέξης και ειδικά ο Φώτης δεν ήταν άτομα στα οποία μπορούσε να βασιστεί. Η απόκρυψη στοιχείων και η υπόθαλψη υπόπτου ήταν σοβαρό αδίκημα και θα είχε άγριο μπλέξιμο όποιος έμπλεκε με κάτι τέτοια. Η Ασφάλεια δεν αστειευόταν. Θα τους πω ένα ψέμα και μετά ας βρουν τρόπο να ξεμπλέξουν μονοί τους, αποφάσισε. Το πρόβλημα θα είναι αν αυτή η τρελή Γιαπωνέζα ήθελε να μου πει πως με περιμένουν ΑΕΕμάδες έξω από το δωμάτιο μου.

Στον όροφο του δωματίου του επικρατούσε ησυχία. Στάθηκε για λίγο στο κλιμακοστάσιο και κρυφοκοίταξε ανοίγοντας σιγά την πόρτα. Δεν υπήρχε ούτε ψυχή στο διάδρομο. Ακόμη κι ο Πέτρος θα έπεσε ξερός για ύπνο οπότε δε χρειάζεται να του πω τίποτα προς το παρόν, υπέθεσε και προχώρησε ήσυχος πλέον ως την πόρτα. Τα πράγματα του ήταν έτοιμα και το μόνο που είχε να κάνει ήταν να πάρει τον ένα και μοναδικό μικρό σάκο που είχε διασώσει στη γέφυρα.

Άνοιξε την πόρτα. Οι μπαλκονόπορτες δεν αφήναν τις ακτίνες του ήλιου να περάσουν στο δωμάτιο αλλά δίστασε να ανάψει το φως για να μην ξυπνήσει τον Πέτρο. Ήξερε που είχε αφήσει το σακίδιο λίγες ώρες πριν και θα ήταν πανεύκολο να το βρει στα τυφλά.

Άπλωσε το χέρι του για να πιάσει το σακίδιο όταν ένα δυνατό χτύπημα τον ξάπλωσε στο έδαφος. Χτύπησε στο πάτωμα με το πρόσωπο του και ένιωσε έναν οξύ πόνο στη μύτη του. Πριν προλάβει να σηκωθεί, ένα γόνατο τον επανάφερε μπρούμυτα στο πάτωμα. Δυο δυνατά χέρια του πέρασαν χειροπέδες και δυο ακόμη του τοποθέτησαν κάτι στο κεφάλι. Ο πόνος που του προκάλεσε τον έκανε να ξεχάσει για μια στιγμή τη μύτη του. Θα έπαιρνε όρκο ότι δεκάδες ακίδες διαπέρασαν το κρανίο του φτάνοντας στον εγκέφαλο του.

Ο Χάρης ούρλιαξε από τον πόνο και τα φώτα άναψαν στο δωμάτιο. Το μόνο που έβλεπε ήταν οι σκούρες μπλε μπότες ειδικών δυνάμεων μπροστά στα μάτια του. Στο στόμα του ήρθε μια γλυκιά γεύση από το αίμα του που είχε ήδη δώσει στα λευκά πλακάκια του δωματίου μια άλικη απόχρωση. Τι έγινε πάλι… αναρωτήθηκε σαστισμένος.

«Σηκώστε τον και βγείτε από το δωμάτιο», ακούστηκε μια διαταγή.

Αμέσως, ο Χάρης βρέθηκε όρθιος ανάμεσα σε δυο μεγαλόσωμους άντρες των ειδικών δυνάμεων της ΑΕΕ. Οι ολόσωμες σκούρες μπλε στολές τους είχαν πάνω τους το σήμα της Ασφάλειας αλλά αυτό δεν ήταν αναγκαίο για να καταλάβει τι ήταν. Τους είχε δει πολλές φορές στην τηλεόραση να συλλαμβάνουν εσωτερικούς εχθρούς της Ευρώπης αλλά και να πολεμούν στο μέτωπο όποτε κρινόταν απαραίτητο. Η κάθε στολή ήταν πανάκριβη αφού όχι μόνο ήταν αλεξίσφαιρη αλλά πρόσφερε επιπλέον μυική δύναμη και επαρκές καμουφλάζ σε ποικιλία συνθηκών. Οι ΑΕΕμάδες πληρωνόταν άμεσα από τις μεγαλύτερες εταιρίες της ηπείρου και είχαν τεράστιο προϋπολογισμό. Ο κατάλληλος εξοπλισμός δεν ήταν ποτέ πρόβλημα.

Μπροστά του στεκόταν ένας κουστουμαρισμένος κύριος που δεν έμοιαζε να έχει σχέση με τους πληρωμένους μπράβους που τον πλαισίωναν. Μετρίου αναστήματος λεπτοκαμωμένος, με σκούρα μαλλιά και μάτια θύμιζε περισσότερο κάποιο στέλεχος εταιρείας όπως κρατούσε στα χέρια του την τσάντα του παρά έναν ΑΕΕμά αξιωματικό. Εν τούτοις οι ένστολοι υπάκουσαν στη διαταγή του και βγήκαν γρήγορα από το δωμάτιο.

Πλησίασε και σκούπισε τα αίματα από το πρόσωπο του Χάρη .

«Ποιοι είστε και τι θέλετε στο δωμάτιο μου; Δεν έχετε κανένα δικαίωμα να μπαίνετε έτσι στους προσωπικούς χώρους νομοταγών πολιτών! Τι κάνατε στο φίλο μου;», του φώναξε με θράσος και μικρές σταγόνες αίμα αναμιγμένες με σάλιο πιτσίλισαν το πανάκριβο μπεζ κοστούμι.

«Α, ηρεμήστε κύριε Αργυρίου…», είπε σε ήπιο τόνο ο αξιωματικός.

«Πώς να ηρεμήσει κανείς με όλα αυτά όταν μάλιστα δεν δίνετε καμία εξήγηση;»

«Λοιπόν, για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους… Είμαι ο Ιωσήφ Σαπίρο, ταξίαρχος της Ασφάλειας Ευρωπαϊκής Ένωσης και είμαι εδώ για να σας συλλάβω. Η υπηρεσία μας μπορεί να μπαίνει όπου θέλει και όποτε θέλει όπως προβλέπει το αναθεωρημένο σύνταγμα. Ο φίλος σας είναι καλά και ανακρίνεται από συναδέρφους.», εξήγησε παραμένοντας ήπιος και φιλικός σαν να μιλούσε στην παρέα του.

«Για ποιο πράγμα ανακρίνεται; Τι κάναμε τέλος πάντων;»

Ο Χάρης προσπαθούσε να φανεί όσο πιο ειλικρινής και αθώος μπορούσε. Μπορεί να είχε πεθάνει με μυστηριώδη τρόπο μια κοπέλα στην αγκαλιά του αλλά δεν θα μπορούσε αυτό το περιστατικό από μόνο του να κινητοποιήσει ολόκληρο ταξίαρχο εναντίον του. Αδυνατούσε επίσης να πιστέψει πως η κινητοποίηση θα μπορούσε να είναι τόσο γρήγορη και αποτελεσματική.

«Το θέμα μας δεν είναι τι κάνατε αλλά πως το κάνατε. Πως τα κάνετε όλα αυτά σε λιγότερο από μια μέρα μάλιστα. Πώς σαμποτάρατε το εργοστάσιο στο οποίο εργάζεστε, το σταθμό παραγωγής ενεργείας στο Τισαίον Όρος και τη γέφυρα Αρτεμισίου. Για να μην αναφερθώ στον πρόσφατο εν ψυχρώ φόνο πολίτη της Ευρώπης.»

Καθώς μιλούσε ο Σαπίρο είχε τα μάτια του στραμμένα στην τσάντα με τα στοιχεία αλλά στην τελευταία φράση σήκωσε το βλέμμα του και κάρφωσε τα μάτια του στον αποσβολωμένο ύποπτο.

«Με κατηγορείτε για δολιοφθορά; Αυτό είναι ανήκουστο! Πως και γιατί θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο;»

«Ώστε δεν αρνείστε τον φόνο της δεσποινίδας Νοφέμ;»

«Δεν ξέρω καμία Νοφάμ, Νοφέμ ή όπως την είπατε τέλος πάντων.»

Ο ταξίαρχος Σαπίρο έστρεψε μια ολογραφική μηχανή προς το μέρος του. Η εικόνα που απεικόνιζε ήταν τραβηγμένη στην τουαλέτα του μαγαζιού. Σύντομα την ακολούθησαν κι άλλες. Ολόκληρη η σκηνή από την είσοδο του μέχρι την έξοδο του ήταν αποθηκευμένη εκεί. Φαινόταν να έχει τραβηχτεί από κρυφή κάμερα ασφαλείας.

«Ορίστε τι κάνατε στη δεσποινίδα Σοφί Ζιλιέτ Νοφέμ», ακούστηκε η φωνή του ταξίαρχου, ξερή και άχρωμη αυτή τη φορά. Η παρουσίαση τελείωσε με την εικόνα του Χάρη να πετά το σάπιο πτώμα στο πλάι για να σηκωθεί.

«Μα, το βλέπετε καθαρά ότι δεν της έκανα τίποτα! Τίποτα κακό τουλάχιστον… Δεν ξέρω πως το έπαθε αυτό. Φοβήθηκα κι έφυγα αμέσως. Είχα πιει και νόμιζα πως ήταν απλά παραισθήσεις», διαμαρτυρήθηκε.

«Σας διαβεβαιώνω πως δεν ήταν παραίσθηση. Εξάλλου είναι φανερό ότι δεν έχετε πιει και τόσο πολύ», δήλωσε κατηγορηματικά.

Τα νεύρα του Χάρη είχαν κλονιστεί.

«Μα, ρε πούστη μου, δεν ήθελα να της κάνω κακό. Πως συνέβη αυτό;», είπε και τα μάτια του άρχισαν να βουρκώνουν από θλίψη και οργή.

«Θα ήθελα πολύ να πιστέψω ότι το κάνατε κατά λάθος αλλά δε το νομίζω. Είναι φανερό ότι τη δολοφονήσατε με τον ίδιο τρόπο που κάνατε τις δολιοφθορές σας. Είστε ένας ισχυρός ψυχεντροπικός. Για την ακρίβεια, ένας από τους πιο επικίνδυνους που γνωρίζω. Καλό θα ήταν να συνεργαστείτε μαζί μας αλλιώς δε μπορώ να σας εγγυηθώ τίποτα.», του εξήγησε ο ταξίαρχος αλλά αυτός εξακολουθούσε να μη καταλαβαίνει.

Ψυχεντροπία, σκέφτηκε. Είχε ακούσει πειράματα σχετικά με αυτή τη μυστηριώδη ψυχική δύναμη αλλά ποτέ δεν είχε υποπτευθεί ότι θα μπορούσε να τη διαθέτει ο ίδιος.

«Πώς να συνεργαστώ; Εγώ δεν ήξερα καν ότι έχω αυτή τη δύναμη που μου λέτε! Είστε σίγουροι ότι είμαι εγώ αυτός που ψάχνετε; Θέλω να πω, ίσως η Σοφί είχε πάρει κάποια ουσία και τα υπόλοιπα σύμβαντα μπορεί να ήταν ατυχήματα ή να τα έκανε κάποιος άλλος. Εγώ γιατί να χτυπούσα το ίδιο το εργοστάσιο στο οποίο δουλεύω; Ή τη γέφυρα από την οποία ο ίδιος περνούσα;»

Ο Σαπίρο κοίταξε το ρολόι του, μη δείχνοντας να προσέχει τα λόγια του Χάρη. Έκανε μια γκριμάτσα δυσαρέσκειας και άρπαξε τον Χάρη ωθώντας τον προς την πόρτα.

«Θα το συζητήσουμε στο αρχηγείο», του είπε. « Ο χρόνος κυλά και αυτό το διάδημα δε θα κρατήσει για πολύ ακόμη. Πρέπει να φύγουμε τώρα».

Έξω από την πόρτα, στεκόταν φρουροί οι δυο ένστολοι.

«Πάρτε τον από τις σκάλες. Να μην το κάνουμε θέμα στο ξενοδοχείο. Η υπόθεση είναι απόρρητη προς το παρόν και έτσι θέλω να παραμείνει. Βγάλτε τον από την πίσω έξοδο. Εγώ θα έρθω με το ασανσέρ. Έγινα κατανοητός;»

Οι δυο ένστολοι κατένευσαν και ξεκίνησαν με τον Χάρη στη μέση. Καθώς τους έβλεπε να απομακρύνονται ο Σαπίρο έβγαλε ένα τσιγάρο από το πακέτο του αλλά δε το άναψε. Πάνω από την πόρτα του ασανσέρ υπήρχε μια ακαλαίσθητη πινακίδα. «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΣΕ ΚΛΕΙΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ»

Μαλακίες, είπε σχεδόν χωρίς να ανοίξει το στόμα του ενώ έπαιζε νευρικά το τσιγάρο στα δάχτυλα του. Μπήκε στο θάλαμο και περίμενε. Η πόρτα του ασανσέρ έκλεισε αργά μπροστά του.

Περίμενε ανυπόμονα να φτάσει στο ισόγειο για να κατευθυνθεί γρήγορα προς το όχημα που ήταν σταθμευμένο πίσω από το ξενοδοχείο. Η κατάσταση σήκωνε τσιγάρο αλλά όπως υπολόγιζε δε θα προλάβαινε να το απολαύσει με την ησυχία του. Ας είναι…ό, τι προλάβουμε, σκέφτηκε καθώς άναβε το τσιγάρο με ένα παμπάλαιο όσο και πανάκριβο σπίρτο. Του άρεσε η μυρωδιά του σπίρτου που άναβε, περισσότερο κι από τη νότα που ηχούσε όποτε το έκανε. Το άρωμα, του έφερνε μνήμες ενός ένδοξου παρελθόντος. Μάχες ενάντια σε στρατιές από μουσκετοφόρους και καβαλάρηδες. Κανονιές και σαλπίσματα.

Αααχ…Αυτές ήταν εποχές! Τότε ήξερες ποιος ήταν ο εχθρός και μπορούσες να τον χτυπήσεις άμεσα και φανερά. Τώρα ο εχθρός είναι παντού . Είναι ο γείτονας που λες καλημέρα, η κοπέλα που κερνάς ποτό, είσαι εσύ ο ίδιος χωρίς να το ξέρεις…Έδιωξε αυτή την τελευταία σκέψη από το μυαλό του. Όχι, ο Αργυρίου ήταν ένοχος και κάποιος κρυβόταν πίσω του. Κάποιος με χρήματα και επιρροή. Αλλά δεν του φαινόταν, όφειλε να ομολογήσει. Δεν έμοιαζε να έκανε όλα αυτά τα εγκλήματα συνειδητά. Μήπως όντως δε γνώριζε ότι είναι ψυχεντροπικός; Θα μπορούσε να ήταν κι έτσι αλλά όφειλε να σιγουρευτεί.

«Κύριε ταξίαρχε, δε θα έπρεπε να είναι ήδη εδώ;», διέκοψε τις σκέψεις του ο ένστολος λοχίας που καθόταν μέσα στο όχημα της Ασφάλειας, δίπλα από τον οδηγό.

Είχαν περάσει αρκετά λεπτά. Το τσιγάρο, αν και αρχικά μεγάλο, ήταν πλέον μόλις λίγο μεγαλύτερο από μια γόπα. Ο Σαπίρο στράφηκε προς την έξοδο του κτιρίου. Δεν διέκρινε καμιά φιγούρα πίσω από τον καπνό που ξεφυσούσε.

«Κάλεσε τους, τώρα» είπε κοφτά.

«Δεν απαντά κανείς από τους δυο, κύριε ταξίαρχε», απάντησε μετά από λίγο ο υφιστάμενος του.

Μας την έφερε λοιπόν ο καργιόλης! Πάνω που άρχιζα να πιστεύω ότι ίσως να μην έφταιγε. Πέταξε το τσιγάρο στο δρόμο και έβγαλε κάτω από το κοστούμι του τον ατομικό διασπαστή χειρός. Αν και το όπλο ήταν μάλλον μικρό σε σχέση με αυτά των ειδικών δυνάμεων, ήταν μεγαλύτερο από αυτά που χρησιμοποιούσαν οι ανώτεροι αξιωματικοί και σαφώς ισχυρότερο. Ο Σαπίρο παραμέριζε την αγάπη του για τα παλιά στον τομέα των όπλων. Μπορεί να αντιμετώπιζε κακοποιούς με αλεξίσφαιρα, οπότε ένα οποιοδήποτε πυροβόλο θα του ήταν άχρηστο.

«Κύριε ταξίαρχε, η ρίψη σκουπιδιών σε δημόσιο χώρο είναι παράνομη», του υπενθύμισε ο λοχίας που έβγαινε εκείνη τη στιγμή από το όχημα οπλίζοντας το μεγάλο ακτινοβόλο του.

Πριν προλάβει να πει τίποτε άλλο, ένας μικρός κρατήρας έχασκε εκεί που ήταν πεταμένο το τσιγάρο. Το ίδιο το τσιγάρο ήταν πλέον διασκορπισμένα σωματίδια.

«Εδώ, εμείς καθορίζουμε αν κάτι είναι παράνομο ή απλά ανύπαρκτο. Μην το ξεχνάς ποτέ αυτό», ακούστηκε ο Σαπίρο κι έπειτα του έκανε νόημα να τον ακολουθήσει.

****

Οι δυο ένστολοι ΑΕΕμάδες προχώρησαν προς το κλιμακοστάσιο. Αντί να σπρώξουν την πόρτα για να ανοίξει, τη χτύπησαν με το κεφάλι του Χάρη. Και οι δυο υποδέχτηκαν τον γδούπο που έκανε με ζωηρά γέλια.

«Άντε γαμηθείτε ρε σκατομαλάκες, φασιστόμουτρα», μούγκρισε ο Χάρης.

«Ναι, καλά… πουστράκο. Θα δεις τι σε περιμένει στο αρχηγείο. Αρχίδι, που νομίζεις ότι εσείς οι ψυχεντροπικοί είστε ανώτεροι από εμάς.»

Μια γροθιά προσγειώθηκε στο αριστερό μάτι του Χάρη και τον ζάλισε. Δέχτηκε κι άλλα χτυπήματα καθώς κατέβαιναν τους ορόφους. Είχαν σχεδόν φτάσει στον πρώτο όροφο όταν άνοιξε η πόρτα του κλιμακοστάσιου και εμφανίστηκε μια Ασιάτισσα με ένα ταξιδιωτικό σάκο στον ώμο.

«Μη δίνετε σημασία, κυρία. Πρόκειται για μια απλή σύλληψη υπόπτου. Κάντε στην άκρη, σας παρακ..»

Ο ένστολος που είχε μαυρίσει πρώτος το μάτι του Χάρη δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει τη φράση του αφού ένα σπαθί είχε περάσει από το στόμα του φτάνοντας μέχρι το κάτω μέρος του λαιμού του.

Ο δεύτερος ένστολος πρόλαβε να σηκώσει το όπλο του αλλά ,πριν πυροβολήσει, το σπαθί είχε τρυπήσει πια τα χείλη του, τα δόντια του, τον ουρανίσκο του και πλέον σχημάτιζε ένα μικρό εξόγκωμα πίσω από το κεφάλι του στο αλεξίσφαιρο ύφασμα που κάλυπτε όλο το σώμα του χαρίζοντας προστασία απέναντι στα περισσότερα όπλα. Όλο το σώμα του εκτός από το στόμα του, μιας και τόσο αυτός όσο και ο συνάδερφος του είχαν βγάλει τις μάσκες τους για να αναπνέουν και να μιλούν πιο άνετα εκείνο το καλοκαιρινό πρωινό. Την τελευταία εκείνη στιγμή της ζωής του δεν μπόρεσε να μιλήσει αφού η λεπίδα είχε κόψει μια μεγάλη φέτα από τη γλώσσα του. Το μόνο που ακούστηκε ήταν ένας ασυνάρτητος ήχος καθώς το αίμα του, αναμιγμένο με θραύσματα δοντιών του, έρρεε από τα κομμένα χείλη του και μετά ο γδούπος του άψυχου σώματος του που σωριάστηκε στο πάτωμα.

Η Ασιάτισσα τίναξε με δύναμη το σπαθί προς το τοίχο γεμίζοντας τον με το αίμα των θυμάτων της. Το ρόδινο κομμάτι της γλώσσας κόλλησε για λίγο στον τοίχο και αφού κύλησε αργά προς τα κάτω, έπεσε στο δάπεδο. Μέχρι να πέσει, η Ασιάτισσα σκούπισε με ένα πανί το σπαθί της, ελευθέρωσε τον Χάρη από τα δεσμά του και το ξανάχωσε στο κρυφό θηκάρι που ήταν ενσωματωμένο στον ταξιδιωτικό της σάκο.

Έτριψε τα χέρια του. Είχαν μουδιάσει. Δεν ήξερε τι να πει μετά από τη φρίκη που αντίκρισε. Βέβαια, ήταν ξανά ελεύθερος και αυτό ήταν που είχε σημασία προς το παρόν.

«Ε.. ευχαριστώ για τη βοήθεια. Αν και… τέλος πάντων… εσύ ποια είσαι; Θα μου εξηγήσετε ρε γαμώτο πως είναι δυνατόν να ξέρετε όλα αυτά τα πράγματα για μένα, πριν από μένα;»

«Σου είχα πει να μην μπεις μέσα. Το θέμα είναι πολύ σοβαρό όπως τώρα πια θα κατάλαβες. Βάλε αυτά και ακολούθα με στην αμμουδιά. Ελπίζω πως έτσι δε θα κινήσουμε υποψίες», του είπε και του πέταξε ένα άσπρο μαγιό, ένα καπέλο του ιδίου χρώματος και γυαλιά ηλίου. Η ίδια άρχισε να βγάζει τα λερωμένα από αίματα ρούχα της.

«Μετά από όλα αυτά τα τρελά που μου έχουν συμβεί τελευταία, μου λες ότι θα έπρεπε να είχα ακούσει τη συμβουλή μιας τρελής Γιαπωνέζας τουρίστριας που δεν την ήξερα καν; Θα κατέβαινα αμέσως πάντως...» Γύρισε για να γδυθεί και να βάλει το μαγιό. «Ήθελα μόνο να πάρω κάποια προσωπικά αντικείμενα, αυτό είναι όλο.»

«Δεν είμαι Γιαπωνέζα. Είμαι από τη Σιγκαπούρη. Με λένε Πατρίσια Τσιν Γιάνγκ. Αν δυσκολεύεσαι να το θυμάσαι ή να το προφέρεις, ας με φωνάζεις Τρις. Τώρα που γνωριζόμαστε, θα με ακολουθήσεις; Ή θέλεις να περιμένεις πότε θα μαζευτεί όλη η ΑΕΕ στο ξενοδοχείο;», ρώτησε βάζοντας τα ρούχα της στο σάκο. Πλέον είχε μείνει με ένα μικροσκοπικό μαύρο μπικίνι. Ο Χάρης την ακολούθησε χωρίς δεύτερη σκέψη.

****


Τα σώματα των συναδέρφων του ήταν ακόμη ζεστά. Ευτυχώς, κανείς δεν είδε τι έγινε εδώ μέσα. Το κύρος της ΑΕΕ θα δεχόταν πλήγμα από ένα τέτοιο περιστατικό. Ο Σαπίρο ήταν σίγουρος ότι ούτε οι μικροκάμερες ασφαλείας θα είχαν καταγράψει τίποτα. Η δουλειά είχε γίνει από επαγγελματία και μάλιστα έξυπνο αφού δε χρησιμοποίησε καν πυροβόλο όπλο. Όλα έγιναν γρήγορα και αθόρυβα και τώρα ήταν υπεύθυνος για τον θάνατο δυο υφισταμένων του. Το ήξερε ότι αυτό δεν έπρεπε να τον επηρεάσει. Ας κρίνει η υπηρεσία αναλόγως, εγώ θα συνεχίσω να κάνω τη δουλειά μου και θα την κάνω όσο καλυτέρα μπορώ, σκέφτηκε και γύρισε προς τον υπαξιωματικό του.

«Λοχία, είδες κάποια ύποπτη κίνηση στην παραλία; Άνδρες να τρέχουν ή κάτι παρόμοιο»

«Όχι, μόνο κάποια ζευγαράκια. Ο ύποπτος εξαφανίστηκε λες και άνοιξε η γη και τον κατάπιε. Βέβαια θα τον εντοπίσουμε αργά ή γρήγορα. Κανείς δεν μας ξεφεύγει. Ειδικά μετά από κάτι τέτοιο.»

«Μην είσαι απόλυτος για τίποτα, παρά μόνο στο να μην είσαι απόλυτος. Ο τύπος είναι πολύ καλός σε αυτό που κάνει και έχει έναν εξίσου ικανό βοηθό. Μπορεί και περισσότερους. Ελπίζω τα σαΐνια μας στα κεντρικά να τον εντοπίσουν αλλιώς μας βλέπω να ψαρεύουμε παρέα στις ακτές της Ισλανδίας.», είπε ο Σαπίρο την ώρα που έκλεινε τα μάτια ενός από τους νεκρούς.

****

Περπατούσαν για λίγη ώρα στην αμμουδιά, πιασμένοι χέρι-χέρι.

«Μήπως μας καταλάβουν έτσι όπως προχωράμε; Θέλω να πω, παραείναι παλαιομοδίτικο και παιδιάστικο το πιάσιμο χεριών. Κοίτα τα άλλα ζευγά…»

Η Τρις του έσφιξε το χέρι καθηλώνοντας το στη θέση του. Δεν ήταν πρόθυμη να τον αφήσει να τη χουφτώσει.

«Δεν υπάρχει πρόβλημα προς το παρόν. Θα περπατήσουμε μέχρι το σκάφος μου ήσυχα και ωραία. Αυτό το μαύρο είναι.»

Μπροστά τους ήταν αραγμένο ένα υπερσύγχρονο μαύρο υδραεροσκάφος. Έχοντας εξελιχθεί από το συνδυασμό αεροπλάνων με θαλάσσια ταχυσκάφη είχε τέλειο αεροδυναμικό σχήμα και κομψά φτερά. Τα τελευταία χρόνια είχε αρχίσει να γίνεται μόδα ανάμεσα στους κύκλους των πλουσίων αλλά ο Χάρης δεν περίμενε ότι η κοπέλα που είχε περάσει για μοναχική Γιαπωνέζα τουρίστρια θα ήταν τόσο εύπορη. Ακόμη κι αν ήταν Σιγκαπουρέζα νίντζα, δύσκολα θα έπαιρνε τόσο μεγάλη αμοιβή.

Πριν ανοίξει τη θύρα για να μπει μέσα, στάθηκε να φορέσει κάποια άλλα ρούχα.

«Για σένα έχω μέσα, μπες και ντύσου», του είπε.

Μπήκε μέσα. Όπως το φαντάστηκε, από το εσωτερικό φαινόταν ακόμη πιο μεγάλο. Λιτό βέβαια αλλά άνετο, σκέφτηκε και πήρε τα αντρικά ρούχα που ήταν ακουμπισμένα δίπλα στην πόρτα. Όπως περίμενε, ήταν ακριβώς το νούμερο του. Δεν είχε ακόμη ολοκληρώσει το ντύσιμο του όταν πέρασε δίπλα του και κάθισε στο πιλοτήριο.

«Κάτσε δίπλα μου και ασφάλισε τη θέση σου. Κοίτα τι κάνω εγώ για να μη μπερδευτείς»

Σύντομα ήταν και οι δυο στο εσωτερικό του υδραεροσκάφους. Ο Χάρης ένιωσε ένα περίεργο συναίσθημα όταν η θέση κούμπωσε γύρω του. Μπορούσε να αισθανθεί το υγρό που θα τον προστάτευε εν μέρει από τις επιταχύνσεις. Ήλπιζε να έκανε καλά τη δουλειά του, αφού αυτά τα σκάφη ήταν υπερηχητικά και από το βλέμμα της Τρις μπορούσε να μαντέψει ότι σκόπευε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο αυτή την ιδιότητα.

Για μερικά μίλια κινήθηκαν με φυσιολογική ταχύτητα, πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας. Ύστερα όμως, απογειώθηκαν αφήνοντας πίσω του τις Κυκλάδες και τις γέφυρες που τις ένωναν. Ο Χάρης δεν αισθανόταν καλά, αλλά προσπαθούσε να κρατηθεί ώστε να μη χρησιμοποιήσει τη σακούλα που υπήρχε δίπλα του.

«Τι σου είπαν οι ΑΕΕμάδες;», ρώτησε ξερά η Τρις.

«Κάτι για δολιοφθορές στο εργοστάσιο που δουλεύω, σε ένα σταθμό παραγωγής ενέργειας όπου δεν έχω πατήσει ποτέ και σε μια γέφυρα όπου παραλίγο να σκοτωθώ. Επίσης πάνε να μου φορτώσουν το φόνο μιας φίλης μου. Α, είπαν και κάτι για ψυχεντροπία. Δεν έκανα τίποτα. Είναι τρελοί αυτοί οι τύποι.»

«Δεν είναι καθόλου τρελοί. Σε παρακολουθούσαν όλη τη μέρα. Περίμεναν να βεβαιωθούν και μόλις βρήκαν την κατάλληλη αφορμή πήγαν να σε τσακώσουν.»

«Μαλακίες! Συγγνώμη Τρις, αλλά αυτά που λες είναι παπαριές. Γιατί να με παρακολουθούν; Δεν έχω κάτι ιδιαίτερο. Και μην μου αρχίσεις και εσύ να με πρήζεις με αυτά περί ψυχεντροπίας κι άλλες τέτοιες αηδίες. Ποτέ δεν είχα υπερφυσικές δυνάμεις, κι από όσο έχω ακούσει αυτήν την ιδιότητα είτε την έχεις εκ γενετής είτε καθόλου», ύψωσε τη φωνή του ο Χάρης. Η όλη κατάσταση τον είχε νευριάσει.

«Παρακολουθούσαν όλους τους εργαζόμενους στο εργοστάσιο σου λόγω του ατυχήματος. Υπήρχε υποψία ότι ήταν τρομοκρατικό χτύπημα και όλοι σας θεωρηθήκατε πιθανοί ύποπτοι. Όχι βέβαια άμεσα ύποπτοι, γιατί τότε θα σας συλλαμβάνανε προληπτικά. Αργότερα, είδαν ότι ήσουν παρών στα άλλα ατυχήματα και ετοιμάστηκε το ειδικό κλιμάκιο. Μόλις είδαν τι έκανες στη νεαρή Νοφέμ αποφάσισαν να τραβήξουν τη θηλιά γύρω από το λαιμό σου.»

Δεν έδειχνε να ικανοποιείται από την εξήγηση της.

«Μα, είναι χαζό! Αν με παρακολουθούσαν με δορυφόρους, πράκτορες ή μικροκάμερες θα ήξεραν ότι δεν πλησίασα τον ενεργειακό σταθμό. Ακόμη κι αν ήμουν ψυχεντροπικός δε θα έπρεπε να είμαι κοντά για να γίνει ζημιά; Ή έστω να γίνει πιο μεγάλη ζημιά στο κοντινό μου περιβάλλοντα χώρο;»

Τώρα, πολλά μέτρα κάτω από τα πόδια τους, η Κρήτη έμοιαζε να γλιστράει προς τα βόρεια αρμενίζοντας πάνω στα κύματα της Μεσογείου. Η Τρις γύρισε και τον κοίταξε έχοντας εμπιστοσύνη στα αυτόματα συστήματα πλοήγησης.

«Αν είσαι αρκετά ισχυρός δεν είναι ανάγκη να πλησιάσεις. Κοίτα να δεις, περισσότερη σημασία έχει πού εστιάζεται η προσοχή σου. Τριγύρω σου απλώνεται μια αύρα που αυξάνει την εντροπία αλλά αυτή αυξομειώνεται. Δεν ακολουθεί κάποιο νόμο αντίστροφου τετραγώνου, ούτε μειώνεται γραμμικά με την απόσταση. Είναι κυρίως μια δύναμη σκέψης και η σκέψη δεν περιορίζεται τόσο από την απόσταση, ξέρεις. Βέβαια παίζει ρόλο και η απόσταση αφού έχει να κάνει και με τα ερεθίσματα που δέχεται ο εγκέφαλος σου, ειδικά το μεταλλαγμένο μέρος του που αφορά την ψυχεντροπιακή ιδιότητα. Είναι μάλλον απίθανο να επηρεάσεις συστήματα με τα οποία δεν έχεις επαφή μέσω των αισθήσεων σου.» Η Τρις του εξήγησε όσο πιο σύντομα και περιεκτικά μπορούσε κάποιες από τις ιδιότητες της ψυχεντροπίας αλλά αμφέβαλλε κατά πόσο αντιλαμβανόταν αυτή την έννοια ο συνομιλητής της.

«Μα είναι σίγουρο ότι είμαι ψυχεντροπικός; Μπορεί να είναι σύμπτωση. Δεν αληθεύει αυτό που έχω ακούσει ότι θα έπρεπε να την έχω από παιδί; Αν το καλοσκεφτείς μάλιστα, εδώ και ώρα όλα πάνε καλά. Δε θα φοβόσουν να πετάς με έναν τύπο σαν κι εμένα πλάι σου;»

Το βλέμμα της φάνηκε κάπως θλιμμένο στον Χάρη καθώς του εξηγούσε.

«Λυπάμαι αλλά είσαι σίγουρα, μην το κουράζεις το θέμα. Το ξέρω! Αν και θα έπρεπε να έχεις εκδηλώσει τα σημάδια από βρεφική ηλικία. Θα έλεγα μάλιστα ότι αυτό το παράδοξο είναι που σε κάνει τόσο ξεχωριστό. Κι όσο για το λόγο που περιορίστηκε η δράση σου, βρίσκεται στο κεφάλι σου»

«Στο κεφάλι μου;», αναρωτήθηκε προς στιγμή αλλά έπειτα κατάλαβε. Πόσο ηλίθιος μπορεί να είμαι; Το διάδημα! Για αυτό μου το φόρεσε ο αξιωματικός αμέσως. Το χέρι του σύρθηκε στην παράξενη κορώνα του. Ήταν πρακτικά γαντζωμένη στο κεφάλι του αλλά τώρα πια την είχε συνηθίσει. Ο πόνος είχε περάσει.

«Το κακό με αυτά είναι ότι καταναλώνουν μεγάλα ποσά ενέργειας και θέλουν συνέχεια φόρτιση», του είπε η Τρις αποκαλύπτοντας το δικό της διάδημα κάτω από τα μαλλιά της. «Η ενέργεια του δικού σου έχει σχεδόν εξαντληθεί και πρέπει να βιαστούμε. Ελπίζω να φτάσουμε εγκαίρως στην Αλεξάνδρεια», συμπλήρωσε ενώ επιτάχυνε κι άλλο. Ο ήχος της μηχανής διέκοψε τη συζήτησή τους.

http://www.stripgenerator.com/view.php?id=68051

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

0 Comments:

Post a Comment

<< Home